Όταν ο Μανώλης Γλέζος, παγκόσμιος ήρωας της Εθνικής Αντίστασης, βραβευμένος με το βραβείο Λένιν, πρώην διευθυντής του Ριζοσπάστη και της Αυγής, επί χρόνια βουλευτής της ΕΔΑ, του ΠAΣΟΚ το ‘81 και ‘85 καθώς και ευρωβουλευτής του το ‘84, κοινοτάρχης της πατρίδας του Απεράθου, επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου μας, όταν ο Μανώλης Γλέζος μιλάει και κυρίως όταν γράφει, απευθύνεται σε ένα εθνικό ακροατήριο.
Γι’ αυτό να μου επιτρέψετε, εν ονόματι του Γλέζου, να σας απευθυνθώ κι εγώ ανάλογα.
Λοιπόν, αγαπητοί κύριοι και κυρίες, φίλες και φίλοι, συναγωνιστές, σύντροφοι και συντρόφισσες.
Το έργο του Γλέζου Εθνική Αντίσταση 1940-45 αποτελεί ένα έργο ζωής. Όπως ο ίδιος αναφέρει στον πρόλογό του:
Το βιβλίο άρχισε να σχεδιάζεται από το 1952 στις φυλακές της Αίγινας. Πήρε πρώτη μορφή ως διάγραμμα το 1965. Πλουτίστηκε με σημειώσεις από το 1982 ως το 1998. Από το 1998 η συγγραφή του βιβλίου συνεχιζόταν, διορθωνόταν, πλαθόταν, και αναπλαθόταν ως την ημέρα που το πήρε ο στοιχειοθέτης στα χέρια του.
Ταυτόχρονα συνιστά και μια εθνική κατάθεση. Όχι μόνο επειδή από μόνο του το έπος της αντίστασης αποτελεί εθνικό κεφάλαιο, αλλά λόγω της συστηματικής και ολοκληρωμένης προσέγγισης και κυρίως λόγω της ακριβοδίκαιης και εξαντλητικής έρευνας ώστε να μην αδικηθεί κανείς από όσους με τον ένα ή τον άλλο τρόπο συμμετείχαν. Μέχρι σήμερα οι σχετικές μελέτες και έρευνες είχαν, σίγουρα, μια μονομέρεια αφού εξέταζαν την αντίσταση μόνο από τη σκοπιά του ΚΚΕ ή του ΕΑΜ, ή των λεγόμενων δεξιών ή εθνικοφρόνων ομάδων. Την κάθε έρευνα καθοδηγούσε η ιδεολογική χρήση της ιστορίας όπως συνηθίζεται να αποκαλείται η πολιτική σκοπιά και στόχευση του ερευνητή.
Στην τρίτη από τις έξι εξομολογήσεις του (που να σημειώσουμε αποτελούν ηθικές παρακαταθήκες) γράφει ο συγγραφέας:
Η κατηγορία των ιστοριογράφων – οι πιο πολλοί απ’ αυτούς είχαν βιώσει τα γεγονότα – κατέγραψαν τα όσα συνέβησαν φορώντας τις διόπτρες της ιδεολογικής και πολιτικής τους ένταξης. Γι’ αυτό υπέπεσαν στο σοβαρό λάθος να γράφουν για την εποποιία της ς Εθνικής Αντίστασης μέσα από τα γυαλιά του Εμφύλιου Πολέμου.
Και θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί πώς αυτό ήταν αναπόφευκτο, αφού η λαμπρή περίοδος της Εθνικής Αντίστασης περιείχε μέσα της και τα σπέρματα του εμφυλίου. Αυτού που εκδηλώθηκε δυο μήνες μετά τους πανηγυρισμούς της απελευθέρωσης στην αιματηρή σύγκρουση του Δεκέμβρη του ‘44. Καταλύτης της ή πιο σωστά οργανωτής της ήταν σίγουρα οι Άγγλοι.
Ο Μ. Γλέζος γνωρίζει από πρώτο χέρι πως η μεγαλειώδης εθνική αντίσταση αναπτύσσει εντός της με την πολιτική των Εγγλέζων τα σπέρματα του διχασμού.
Τα γνωρίζει, αλλά στο έργο του Εθνική Αντίσταση τα τοποθετεί με θάρρος έξω από το αντικείμενο της έρευνάς του. Αφήνει κατά μέρος τις εμφύλιες αντιθέσεις.
Στην Πέμπτη εξομολόγηση του με ευθύνη αποφασίζει και επιλέγει:
Οι εμφύλιες διαμάχες δεν έγιναν κατ’ εμέ για την εθνική απελευθέρωση, έγιναν για την ανεξαρτησία. Γι’ αυτό όμως το τόσο σημαντικό θέμα για το οποίο και προσωπικά αγωνίστηκα με συνέπεια και συνέπειες δυο θανατικές καταδίκες, …. ακολουθεί άλλο βιβλίο.. και καταλήγει
Την επανάσταση της ανεξαρτησίας τη χάσαμε. Όπως χάσαμε και τις συνακόλουθες επαναστάσεις. Της δημοκρατίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Το γιατί και πως είναι αντικείμενο άλλης μελέτης, όπου επαναλαμβάνω θα ακολουθήσει. Το βιβλίο όμως ετούτο είναι για την Εθνική Αντίσταση που είχε κύριο και βασικό στόχο την εθνική απελευθέρωση.
Στις σελίδες του έργου αποκαλύπτονται πολλές παραγνωρισμένες ή και άγνωστες πτυχές, όλες ενδιαφέρουσες και διδακτικές, του έπους της Αντίστασης.
Θα σας αναφέρω κάποιες που προσωπικά με εντυπωσίασαν:
Αναφέραμε ότι το κύριο αίτημα της αντίστασης είναι η απελευθέρωση.
Εκτός από την απελευθέρωση, το αίτημα της εθνικής ανεξαρτησίας είναι επίσης δεδηλωμένο και αυτό καταδεικνύεται από μια σειρά παράγοντες που αναφέρει αναλυτικά ο συγγραφέας με κυριότερο:
Τις ίδιες τις διακηρύξεις των αντιστασιακών οργανώσεων και κυρίως του ΕΔΕΣ, της ΠΕΑΝ, της ΕΚΚΑ και βεβαίως του ΕΑΜ.
Αλλά και πέραν της εθνικής ανεξαρτησίας υπήρχαν και αιτήματα για κοινωνική αλλαγή. Έχει κυριαρχήσει η άποψη ότι με εξαίρεση το ΕΑΜ οι άλλες αντιστασιακές οργανώσεις επεδίωκαν μόνο την απελευθέρωση.
Γι΄αυτό άλλωστε λίγο πριν την απελευθέρωση το ΕΑΜ κατηγορήθηκε ότι επεδίωκε κοινωνικές ανατροπές. «Κάτω ο κομμουνισμός» ήταν το κύριο αντι-εαμικό σύνθημα των εθνικοφρόνων, ο λόγος δημιουργίας των ταγμάτων ασφαλείας, ακόμη και της συνεργασίας των λεγόμενων εθνικοφρόνων ομάδων με τους Γερμανούς.
Όμως μέσα από τις ιδρυτικές διακηρύξεις των αντιστασιακών οργανώσεων, η άποψη αυτή ανατρέπεται: Σας αναφέρω δυο παραδείγματα:
Η Πανελλήνια Ένωση Αγωνιζομένων Νέων (ΠΕΑΝ) που ιδρύθηκε το ’41, με σημαντική αντιστασιακή δράση και με την οποία σχετίζεται ο Π. Κανελλόπουλος, αναφέρει στην ιδρυτική της διακήρυξη:
Πιστεύουμε στην Ελευθερία ως την βασική προϋπόθεση της εξελίξεως της κοινωνίας. Στην Λαϊκή κυριαρχία. Στην Κοινωνική δικαιοσύνη ως θεμέλιον της κοινωνικής ενότητος Εννοούμε την πλήρη εξαφάνιση των τάξεων…
Ο Εθνικός Δημοκρατικός Ελληνικός Σύνδεσμος (ΕΔΕΣ) αναφέρει στους σκοπούς του:
Να εγκαθιδρύσει το δημοκρατικό πολίτευμα σοσιαλιστικής μορφής οιαδήποτε κι αν είναι η έκβασις του πολέμου.
Όπως αναφέρει ο συγγραφέας: επετεύχθη μόνον ο στόχος της απελευθέρωσης. Τους άλλους δυο σημαντικούς στόχους, της εθνικής ανεξαρτησίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης τους χάσαμε.
Αλλά αυτό που αποκαλύπτει το ρόλο των Εγγλέζων και μας προετοιμάζει για τη δράση και κατά την απελευθέρωση είναι τα γεγονότα της Σάμου.
Στο ειδικό κεφάλαιο με τίτλο, Η στάση των Άγγλων απέναντι στον Ελληνικό λαό αποκαλύφθηκε στη Σάμο, αναφέρει:
Σας διαβάζω αποσπασματικά:
Την επομένη της 8 Σεπτέμβρη 1943 που υπογράφεται η ανακωχή ανάμεσα στους Συμμάχους και στην Ιταλία, ο αντιστράτηγος Σολνταρέλλι, (διοικητής της περιοχής με έδρα τη Σάμο) κάλεσε το μητροπολίτη Ειρηναίο και του παρέδωσε την πολιτική εξουσία.
Οι διαταγές του αρχιστράτηγου Ουϊλσων, που έφτασαν την ίδια μέρα ήταν οι εξής: η Ιταλική διοίκηση και οι διορισμένες από τους Ιταλούς αρχές να διατηρηθούν, οι αντάρτες να παραμείνουν στα βουνά και οι φυλακισμένοι πατριώτες να μείνουν στις φυλακές.
Όμως οι επιτροπές του ΕΑΜ ελευθερώνουν τους φυλακισμένους, καθαιρούν τα διορισμένα από τους Ιταλούς κοινοτικά συμβούλια, αναλαμβάνουν τις διοικήσεις τους και αρχίζουν να ασκούν λαϊκή εξουσία.
Όταν στις 12 Σεπτέμβρη φτάνει στο Βαθύ η Διασυμμαχική επιτροπή οι Άγγλοι παρακάμπτουν τον πλοίαρχο Λεβίδη εκπρόσωπο της Αγγλόφιλης κυβέρνησης Τσουδερού, αγνοούν το ΕΑΜ και την επιτροπή που έχει συγκροτηθεί και συζητούν απ’ ευθείας με τους Ιταλούς στους οποίους αναθέτουν την υπεράσπιση του νησιού από τους Γερμανούς.
Στη συνέχεια αρχίζουν να διαπραγματεύονται τη Σάμο με την Τουρκία προκειμένου να την δελεάσουν να εγκαταλείψει τον άξονα. Ο Γλέζος παραθέτει με λεπτομέρειες όλα τα γεγονότα και τις συγκρούσεις της Αγγλικής αποστολής με το τοπικό λαϊκό κίνημα.
Όταν οι Άγγλοι βλέπουν πως τα σχέδιά τους δεν βγαίνουν εγκαταλείπουν τη Σάμο στα χέρια των Γερμανών χωρίς να οργανώσουν την υπεράσπισή της.
Και καταλήγει ο Γλέζος.
Οι Άγγλοι δεν ήθελαν ελεύθερα τα ανατολικά νησιά του Αιγαίου ακόμη κι αν τα διοικούσε η υπήκοός τους εξόριστη ελληνική κυβέρνηση. Τα προτιμούσαν υπόδουλα για να τα χρησιμοποιούν ως δόλωμα.
Πολλές και διδακτικές οι παραγνωρισμένες ή και άγνωστες πτυχές της Ε.Α. που ανασύρει από τη λήθη ο Μανώλης Γλέζος.
Κλείνοντας να μου επιτρέψετε να κάνω και μια άλλη προσέγγιση στο έργο του. Πρόκειται για μια αφήγηση ζεστή απαλλαγμένη από τις βιβλιογραφικές σημειώσεις και παραπομπές που ευφυώς τοποθετούνται στην αριστερή σελίδα, ώστε η αφήγηση να αυτονομείται και να μην εμποδίζεται η ροή της. Όταν μάλιστα η αφήγηση παίρνει προσωπικό χαρακτήρα, όπως στις έξι εξομολογήσεις του (η πρώτη αναφέρεται στη μητέρα του δασκάλα Ανδρομάχη Ναυπλιώτη), ή στο κατέβασμα της γερμανικής σβάστικας, τότε η ιστορική αφήγηση απογειώνεται και το ιστορικό κείμενο μεταστοιχειώνεται σε λογοτεχνία. Έτσι που, τελικά, το δίτομο έργο ενώ πατάει γερά στο έδαφος της ιστορικής έρευνας, διαθέτει ταυτόχρονα και υψηλές λογοτεχνικές αρετές που το καθιστούν ένα συναρπαστικό ανάγνωσμα.
Τελειώνοντας θυμίζω στο σεβαστό μας Μ. Γλέζο την υπόσχεσή του:
Το τόσο σημαντικό θέμα του εμφυλίου αποτελεί αντικείμενο άλλου βιβλίου που θα ακολουθήσει.
Είναι περιττό να πω ότι αυτό το άλλο βιβλίο το περιμένουμε με αγωνία. Γιατί είμαστε σίγουροι πως θα γίνει με την ίδια αντικειμενική ματιά, την ίδια αυστηρή και δίκαιη κρίση όσο δύσκολο και αν φαίνεται ένα τέτοιο εγχείρημα.
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ, ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: