ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΧΩΡΟΙ …….

     Σήμερα πια όλοι μας –ή έστω οι περισσότεροι– γνωρίζουμε. Σχεδόν καθημερινά πληροφορούμαστε ότι, «…ένεκα της οικονομικής δυσπραγίας της α΄-βαθμιας και της β΄-βάθμιας τοπικής αυτοδιοίκησης…» δημόσιοι ελεύθεροι χώροι, κοινόχρηστοι ή κοινωφελείς, χάνονται. Τι κι’ αν αυτοί είναι «θεσμοθετημένοι». Διαπιστώνουμε δηλαδή ότι, παρά την «ανάδειξη» του προβλήματος, μέρα με τη μέρα, οι «αποχαρακτηρισμοί» πληθαίνουν, μέσα από μια διαδικασία υπηρεσιακής ρουτίνας.

           

     Παρ’ όλα αυτά δεν λείπουν και ανάλογες με την σημερινή εκδηλώσεις, ή κινητοποιήσεις. Πρωτοβουλίες όμως που ελάχιστα αποτελεσματικές αποδείχθηκαν, αφού –φοβάμαι– πως ερμηνεύονται σαν ασκήσεις «εκτόνωσης» κάποιων που αντιστέκονται ακόμα. Έτσι και ο απολογισμός των 3 τελευταίων –μετά την ανάδειξη του προβλήματος– ετών παραμένει σταθερά αρνητικός. Ακόμη 50 στρ. κοινόχρηστων και κοινωφελών θεσμοθετημένων χώρων χάθηκαν για την πόλη και τους κατοίκους της.

    

     Σημείωση: O “Αγ. Αλέξης” δεν έχει προσμετρηθεί στα 50 στρ., όχι επειδή «την γλύτωσε», αλλά επειδή δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί η τυπική διαδικασία αποχαρακτηρισμού. 

1.  ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ

     Αμέσως μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους  (7 Οκτωβρίου 1828), η πόλη της Πάτρας είναι εντελώς κατεστραμμένη. Προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι, μέσα σ’ αυτές τις χαώδεις συνθήκες, ο Κυβερνήτης της Ελλάδας Ιωάννης Καποδίστριας δίνει εντολή στο Μηχανικό του Γαλλικού στρατού Σταμάτη Βούλγαρη, να προχωρήσει στην σύνταξη του σχεδίου πόλεως των Πατρών (29 Οκτωβρίου 1828), με προφανή στόχο την ανασυγκρότηση της πόλης.

     Ο Βούλγαρης, με πάθος και επιμονή, πολύ σύντομα ολοκλήρωσε το σχέδιό του (26 Ιανουαρίου 1829). Σε αυτό, μεταξύ των άλλων, ο Στ. Βούλγαρης δημιουργεί στην παραθαλάσσια περιοχή μια πλατιά ελεύθερη ζώνη (στο ύψος περίπου της σημερινής Αγ. Ανδρέου), στην οποία προτείνει δενδροφύτευση, προσφέροντας μάλιστα και την αμοιβή του για το σκοπό αυτό, ώστε η πόλη να καλλωπιστεί στη θέασή της από την θάλασσα και βεβαίως να διατηρήσει ελεύθερο το μέτωπό της σ’αυτή.

     Όμως το σχέδιο πόλης του Βούλγαρη, δέχτηκε τις ανάλογες κοινωνικές πιέσεις και προσαρµόστηκε σ’αυτές. Κοινόχρηστοι χώροι µετατοπίστηκαν ή εξαφανίστηκαν, οι πράσινες ζώνες δοµήθηκαν, οι στοές εν πολλοίς καταργήθηκαν, η λιµενική ζώνη στένεψε, το λιμάνι και η κεντρική προβλήτα μεταφέρθηκαν. Έτσι η πραγµατικότητα που διαµορφώθηκε δεκαετίες αργότερα, αφορά σε µια πόλη αρκετά διαφορετική από την αρχική της σχεδίαση. Όταν ακόμα και ο Καποδίστριας, αμέσως μόλις έλαβε γνώση της μελέτης του Βούλγαρη παρατηρεί ότι, οι δρόμοι «…έχουσι πλατύτητα ασυμβίβαστου με του τόπου την έκτασιν….», φαντάζει εύκολο να σκεφτούμε πως αντέδρασαν οι άμεσα ενδιαφερόμενοι ως προς την πλατύτητα των οδών.

     Το 1885 το σχέδιο αναμορφώνεται από τον πολεοδόμο Τζέντζο, ενώ στα 1888 με τη χάραξη της σιδηροδρομικής γραμμής στην παραλιακή ζώνη, ολοκληρώνεται η καταστροφή του θαυμάσιου αυτού χώρου πρασίνου. Η χάραξη της σιδηροδρομικής γραμμής στη συγκεκριμένη θέση μπορεί να υποτεθεί ότι εξυπηρετούσε τις λιμενικές εγκαταστάσεις, ενώ ταυτόχρονα –θίγοντας τα λιγότερα ιδιωτικά συμφέροντα σε μία αδόμητη ζώνη– προκαλούσε τις λιγότερες αντιδράσεις. Παρ’ όλα αυτά αντιδράσεις υπήρξαν.

 

     Αποτελεί πλέον κοινό τόπο ότι, στην Ελλάδα πραγματικά λειτουργούν δύο συστήματα πολεοδομικής νομοθεσίας. Σύμφωνα με το πρώτο, που θεμελιώθηκε το 1923, και ενισχύθηκε στην πορεία με άλλα νομοθετήματα, όπως ο οικιστικός νόμος 1337/1983, η πόλη αναπτύσσεται προγραμματισμένα βάσει σχεδίου που θεσμοθετεί το κράτος, σε πρότυπα ανάλογα των ευρωπαϊκών.

     Παράλληλα όμως δημιουργήθηκε και ένα δεύτερο σύνολο ρυθμίσεων, ανατρεπτικών του πρώτου, που δίνει κατευθύνσεις σε ομάδες ιδιωτών για τον τρόπο εκμετάλλευσης του χώρου. Ενώ δηλαδή με το πρώτο καθιερώνονται τα πρωτεία του κράτους στην άσκηση του πολεοδομικού σχεδιασμού, με το δεύτερο κύριος ρυθμιστής του χώρου γίνεται ο ιδιώτης, που εν τέλει διαμορφώνει τον χαρακτήρα της ελληνικής πόλης.

2.  ΠΑΤΡΑ και ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ

     O «νέος» οικιστικός νόμος 2508/97 σηματοδοτείται από τη φιλοσοφία του νόμου 1337/83. Διαπνέεται από τις αρχές της αειφορίας και της βιώσιμης ανάπτυξης και αποτελεί το εν ισχύ θεσμικό πλαίσιο Πολεοδομικού Σχεδιασμού. Σύμφωνα με το νόμο αυτό η πόλη μας πρέπει να αποκτήσει:

 

Ρυθμιστικό Σχέδιο και Πρόγραμμα Προστασίας του Περιβάλλοντος, σαν ένα από 6 μητροπολιτικά πολεοδομικά συγκροτήματα της χώρας. Στην κατεύθυνση αυτή δεν έχει γίνει τίποτε.

Διευρυμένο Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο, που θα καλύπτει το σύνολο της έκτασης του δήμου, ώστε πέραν του αστικού χώρου να προστατευθεί και ο εγκαταλειμμένος στην τύχη του ζωτικής σημασίας περιαστικός χώρος. Μόλις πρόσφατα ανατέθηκε από το Δήμο η μελέτη αυτή.

Ολοκληρωμένο πρόγραμμα αναπλάσεων υποβαθμισμένων, ή αλλοιωμένων πολεοδομικά περιοχών, ώστε με την εξασφάλιση σημαντικών κοινόχρηστων χώρων, να αναβαθμιστούν περιβαλλοντικά και να βελτιωθούν οι συνθήκες διαβίωσης των κατοίκων τους. Τέτοιο πρόγραμμα είναι ανύπαρκτο. 

 

     Αυτού του είδους τα ελλείμματα χαρακτηρίζουν την σύγχρονη προβληματική  των πόλεων της χώρας μας, και όχι η δήθεν ανάγκη για συνεχή παροχή πολεοδομημένης γης, για την εκτόνωση σχετικών πιέσεων, ή για την …αντιμετώπιση της αυθαίρετης δόμησης. 

  

     Ειδικότερα στην πόλη μας και με αφορμή:

 

Την ιδιαίτερη δυναμική που αναπτύσσεται από ιδιωτικά οικονομικά συμφέροντα, με την εγκατάσταση δραστηριοτήτων που έχουν σημαντικές κοινωνικές και πολεοδομικές επιπτώσεις, χωρίς όμως την ύπαρξη ανάλογης χωροταξικής πρόβλεψης.

 

Τα μεγάλα –τοπικής ή υπερτοπικής σημασίας– έργα (όπως η Ζεύξη και το νέο λιμάνι) που είναι «άγνωστα» στον πολεοδομικό σχεδιασμό της πόλης.

 

Την χωροθέτηση και χάραξη της νέας σιδηροδρομικής γραμμής από το σταθμό του Αγ. Διονυσίου μέχρι το νέο λιμάνι.

 

Τα κατά καιρούς διατυπωμένα αποσπασματικά αιτήματα φορέων της πόλης, όπως της ΕΤΑΑ για την ανέγερση ξενοδοχείων άνω των 100 κλινών στο Ιστορικό Κέντρο, ή του Συλλόγου Κατασκευαστών για  αύξηση του ανώτατου επιτρεπόμενου ύψους.

Τις επίσης αποσπασματικές επιλογές θέσεων για την ανέγερση Διοικητηρίων, νέου Δικαστικού Μεγάρου, καθώς και νέου σταθμού λεωφορείων.

Την ύπαρξη πλήθους πολεοδομικών παραδόξων, ελλείψεων και αντιφάσεων, αναφορικά με τις θεσμοθετημένες χρήσεις γης, τους όρους δόμησης και τις λοιπές παραμέτρους του σχεδίου πόλεως. 

 

Και τέλος, το μείζονος σημασίας θέμα της απώλειας «δημόσιου χώρου», μέσω της σωρείας δικαστικών αποφάσεων γι’ άρση απαλλοτρίωσης προβλεπόμενων από το σχέδιο πόλεως Κ/Χ χώρων, λόγω της γνωστής οικονομικής δυσπραγίας του Δήμου να αποζημιώσει τους ιδιοκτήτες των ακινήτων αυτών.

διαπιστώνεται σημαντικότατο έλλειμμα της πόλης μας στον τομέα του Πολεοδομικού και Χωροταξικού Σχεδιασμού.  

 

 

3.  ΑΠΩΛΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΧΩΡΟΥ

 

     Μέσα σ’αυτό το πολεοδομικό περιβάλλον, προβάλλει επιτακτική η ανάγκη ανάληψης πρωτοβουλιών και λήψης μέτρων περιφρούρησης του «δημόσιου χώρου». Πρωτοβουλίες που κατά το δυνατόν θα περιορίσουν τις απώλειες Κ/Χ και Κ/Φ χώρων του σχεδίου πόλεως. Τέτοια μέτρα –κατά την άποψή μας– θα μπορούσαν να είναι και τα πιο κάτω:

 

Να διασφαλιστεί η εν τοις πράγμασι απόδοση σε κοινή χρήση, των εδαφικών τμημάτων ΚΧ χώρων, που θεωρητικά έχουν αφεθεί σε κοινή χρήση, πλην όμως αυθαίρετα παραμένουν στην κατοχή των αρχικών ιδιοκτητών τους, καίτοι η παραχώρησή τους αποτελούσε προϋπόθεση για την οικοδομησιμότητα των οικοπέδων τους.

 

Να υπάρξει ένα δυναμικό πρόγραμμα ιεραρχημένων προτεραιοτήτων απαλλοτρίωσης κοινόχρηστων χώρων σε επίπεδο πόλης και συνοικιών.

 

Επειδή το ζήτημα είναι κατ’ εξοχήν οικονομικό, θα πρέπει η Κεντρική Διοίκηση να αποδώσει τους οφειλόμενους πόρους στους δήμους, αλλά και να θεσμοθετηθεί νέος, κατ’ αντιστοιχία του προϋπάρχοντος και εγκαταληφθέντος υπέρ του  ΕΤΕΡΠΣ.

 

Ο Δήμος να προβλέπει, αλλά και να τηρεί με ευλάβεια ετήσιο πρόγραμμα γενναίας χρηματοδότησης για την απόκτηση των Κ/Χ χώρων του σχεδίου πόλεως. 

 

H Νομ/κή Αυτ/ση να μη συνηγορεί στην αποδέσμευση χώρων σχολείων, χωρίς να έχει προηγηθεί η εκπόνηση ειδικής μελέτης διαπίστωσης των σημερινών και μελλοντικών αναγκών σε σχολικά κτήρια. 

 

Ο Δήμος, έστω και αν γίνει δυσάρεστος στους πολίτες, να προβεί στην είσπραξη των οφειλόμενων χρηματικών ποσών, που αποτελούν νόμιμες υποχρεώσεις των ωφελούμενων παρόδιων ιδιοκτητών, εγκαταλείποντας πελατειακές τακτικές και μικρομεθοδεύσεις του παρελθόντος.

 

     Αλήθεια, τι έγινε με τις οφειλές των ετών 1991–1998 (250.000 €), την είσπραξη των οποίων είχε εξαγγείλει η αρμόδια Αντιδήμαρχος (εφημερίδα «Γνώμη», 10/8/2004) σαν απόρροια των πιέσεων και του προβληματισμού που αναπτύχθηκε σε παλιότερες ανάλογες εκδηλώσεις;

 

     Πρέπει να καταστεί σαφές ότι, οι προβλεπόμενοι κοινόχρηστοι χώροι είναι ιδιωτικές εκτάσεις. Ως εκ τούτου, στο καθεστώς της ελεύθερης οικονομίας που ζούμε, θεσμικά, άλλος τρόπος απόκτησής τους, πέραν της αποζημίωσης ή της απευθείας εξαγοράς τους, δεν υπάρχει. Όλοι λοιπόν  πρέπει να συνεισφέρουν. Απαιτούνται οικονομικοί πόροι, πολιτική βούληση και ανάληψη πολιτικού κόστους.

 

Η δημοτική αρχή θα πρέπει να δείξει το ανάλογο «πολιτικό θάρρος», και να αποφασίσει τον επανασχεδιασμό τμημάτων των προβληματικών περιοχών ενεργοποιώντας πιο τολμηρά πολεοδομικά εργαλεία, όπως είναι η εφαρμογή των δ/ξεων του άρθρου 15 του νόμου 2508/1997, καθιστώντας συμμέτοχους και τους ίδιους τους πολίτες που ζουν σ’αυτές, αλλά και ο θεσμός της μεταφοράς του Σ.Δ.

 

Η πρόταση, για ένταξη στο πρόγραμμα της Πολιτιστικής, κάποιων απειλούμενων τότε και ήδη απωλεσθέντων Κ/Χ, αν και κατατέθηκε από το 2003 (και στηρίχθηκε αργότερα από ορισμένους) αγνοήθηκε.

 

     Από την υπηρεσιακή μου θέση στην ΝΑΑ, στο όργανο δηλαδή που καλείται να  εκτελέσει τις τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις αποχαρακτηρισμού Κ/Χ και Κ/Φ χώρων, ακροβατώντας διαρκώς, αφενός μεν μεταξύ της αναγκαιότητας προστασίας του «δημόσιου χώρου» και της δεδομένης οικονομικής δυσπραγίας των Δήμων, και αφετέρου στην υποχρέωση τήρησης του συνταγματικής επιταγής για την προστασία των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων, δηλώνω ιδιαίτερα προβληματισμένος. Πραγματικά βιώνουμε μια σύγκρουση, έως και …σχιζοφρενική, αφού ενεργούμε χωρίς να διαθέτουμε ένα πλαίσιο που θα διακρίνει και θα διασφαλίζει το δημόσιο συμφέρον (με άλλα λόγια  την υποχρέωση προστασίας του φυσικού και δομημένου περιβάλλοντος), έναντι του ατομικού συμφέροντος.

 

     Ακόμη και με την τελευταία συνταγματική αναθεώρηση, την οποία ας μου επιτραπεί να χαρακτηρίσω άτολμη στα ιδιοκτησιακά και χωροταξικο-πολεοδομικά θέματα, η ιδιοκτησία υπερ-προστατεύται. Έτσι οποιαδήποτε πολεοδομική «δέσμευση» έχει …ημερομηνία λήξεως. Δεν διατηρώ προσδοκίες πως κάτι θ’αλλάξει με την επιχειρούμενη νέα, αφού οι πληροφορίες συγκλίνουν στην κατεύθυνση ότι, το άρθρο 24 του συντάγματος μάλλον …ελαστικοποιείται.

 

 

     Κλείνοντας, και για την πληρότητα της ενημέρωσής σας, να υπενθυμίσω ότι, η ψήφιση (μετά από προσπάθειες του Δήμου Πατρέων) και εφαρμογή ήδη από 1/1/2004 της δ/ξης της παρ. 5 του άρθρου 11 του νόμου 3212/2003, σύμφωνα με την οποία οι ιδιοκτησίες, που με δικαστική απόφαση αποδεσμεύονται, υποχρεούνται σε εισφορά γης του νόμου 1337/1983, αποτελεί ένα θετικό δεδομένο και χρήσιμο εργαλείο. Όμως σε καμία περίπτωση δεν αντιμετωπίζει το πρόβλημα. Μάλιστα αμέσως μετά τους πρώτους μήνες τήρησης της διάταξης αυτής, διαπιστώθηκαν προβλήματα και αδυναμία γενικευμένης εφαρμογής της σε όλες τις περιπτώσεις αποχαρακτηρισμού. Εξ άλλου, όπως πληροφορούμαστε, προσβάλλεται ήδη η συνταγματικότητα της διάταξης! Το χειρότερο όμως δεν είναι αυτό. Έχω την αίσθηση πως, σε φορείς της πόλης, έχει δημιουργηθεί η πεποίθηση ότι, «…αυτό είναι το καλύτερο που αντικειμενικά μπορούμε να πετύχουμε, αφού  η οικονομική  παράμετρος του ζητήματος παραμένει το μεγάλο ζητούμενο …».      

 

                                                                                                                  

Στέφανος Κ. Κοσμάς, Αγρ. Τοπογράφος Μηχανικός.

 Προϊστάμενος του Τμήματος Τοπ/κών Εφ/γών & Πολ/κού Σχεδιασμού

της Δ/νσης Πολ/μίας & Περ/ντος Ν.Α.Α.