Ελληνικοί Θεσμοί Προστασίας Περιβάλλοντος

Δεν θα σταθώ εδώ στο κοινό αίτημα των  περιβαλλοντικών οργανώσεων για δημιουργία χωριστού Υπουργείου Περιβάλλοντος, ένα ζήτημα με προφανή θεσμική δυναμική. Ακόμη κι εάν θεωρούσαμε ωστόσο δεδομένο τον εξορθολογισμό σε επίπεδο χάραξης και συντονισμού της  κυβερνητικής πολιτικής, στο ελεγκτικό πεδίο ο ιεραρχικός έλεγχος ενός έστω ad hoc Υπουργείου Περιβάλλοντος καταλαμβάνει μάλλον μικρό μέρος, δεδομένου ότι η αυτοδιοικούμενη περιβαλλοντική διοίκηση εκφεύγει του ελέγχου αυτού . Να σημειώσω εδώ ότι ο έλεγχος νομιμότητας που ασκεί η Περιφέρεια  στις πράξεις των Δήμων και Κοινοτήτων παρουσιάζει πολλές ελλείψεις, όπως προκύπτει και από την εμπειρία του Συνηγόρου του Πολίτη .
Σε τοπικό επίπεδο, ο έλεγχος εφαρμογής της περιβαλλοντικής νομοθεσίας ανήκει στα καθήκοντα της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης (Ν.Α.), η οποία σε πολλές κατηγορίες δραστηριοτήτων και αδειοδοτεί και ελέγχει. Ο έλεγχος εφαρμογής της τήρησης περιβαλλοντικών όρων από τα Τμήματα Περιβάλλοντος ανάγεται τελικά στην αιρετή ηγεσία της Ν.Α., όπως και ο (επίσης εσωτερικός) διοικητικός έλεγχος της υποβάθμισης του φυσικού  περιβάλλοντος, μέσω συγκρότησης ΚΕΠΠΕ , οι εισηγήσεις των οποίων προς το Νομάρχη για επιβολή διοικητικών κυρώσεων δεν εισακούονται πάντα. Μεγαλύτερα εχέγγυα απόστασης από την περιβαλλοντική διοίκηση έχουν τα ιδιαίτερα σώματα (εσωτερικού) ελέγχου της Διοίκησης, ήτοι η  Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Περιβάλλοντος (ΕΥΕΠ), το Σώμα Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης (ΣΕΔΔΔ) και ο Γενικός  Επιθεωρητής.
Σε μία θεσμική κάτοψη, ωστόσο, των μηχανισμών ελέγχου της προστασίας του περιβάλλοντος, η βασική διάκριση στην ελληνική έννομη τάξη ανάγεται σε  εσωτερικούς και εξωτερικούς της εκτελεστικής εξουσίας ελέγχους, δηλαδή στα εχέγγυα ανεξαρτησίας του ελέγχοντος οργάνου από την ελεγχόμενη, αμέσως ή εμμέσως, δια των παραλείψεών της, Διοίκηση. Η υπόθεση εργασίας που προτείνω εδώ είναι ότι σε συνταγματικό επίπεδο, το κράτος δικαίου διασφαλίζεται από την ύπαρξη θεσμικών αντιβάρων στην εκτελεστική εξουσία , δηλαδή, πρωτίστως, των δικαστηρίων και συμπληρωματικώς των συνταγματικά κατοχυρωμένων ανεξάρτητων αρχών. Η ισορροπία αυτή του συστήματος διάκρισης των εξουσιών αντανακλά και στο πεδίο του περιβάλλοντος, όπου το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) έχει καταστεί ο αποτελεσματικότερος φραγμός στην υποβάθμιση του περιβάλλοντος.  Ο Συνήγορος του Πολίτη, είναι ένας, επικουρικός προς τη δικαιοσύνη,  ανεξάρτητος μηχανισμός ελέγχου των παραλείψεων της περιβαλλοντικής διοίκησης, για την εμπέδωση του κράτους δικαίου. Το θεσμικό τοπίο συμπληρώνεται από τα (εσωτερικά  της εκτελεστικής εξουσίας) σώματα επιθεωρητών, με αντικείμενο επιθεώρησης είτε τη Διοίκηση (ΣΕΕΔΔ, Γενικός Επιθεωρητής), είτε, κι εδώ είναι η ιδιαιτερότητα, την κατάσταση του περιβάλλοντος (Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Περιβάλλοντος (ΕΥΕΠ).

2.    Οι ανεξάρτητοι μηχανισμοί ελέγχου της προστασίας του περιβάλλοντος

a.    Το Συμβούλιο της Επικρατείας

Το ανώτατο διοικητικό δικαστήριο ήδη από την μεταπολίτευση δικαίωσε την συνταγματική του αποστολή ως του βασικότερου θεσμικού αντίβαρου στην, θέσει και  εν δυνάμει, παραβίαση συνταγματικών δικαιωμάτων από την εκάστοτε κυβερνητική πλειοψηφία και στο πεδίο του περιβάλλοντος. Δεν μπορεί να φανταστεί κανείς ποια κανονιστική εμβέλεια θα είχαν στην πράξη οι συνταγματικές, εθνικές και κοινοτικές διατάξεις για την προστασία του περιβάλλοντος, εάν δεν υπήρχε η πλουσιότατη νομολογία του ανωτάτου ακυρωτικού μας δικαστηρίου, λ.χ. για τον δεσμευτικό και όχι απλώς κατευθυντήριο χαρακτήρα του  άρθρ. 24 του Σ.1975 , για την κήρυξη νόμου ως αντισυνταγματικού λόγω παραβίασης της διάταξης αυτής , για την ανάδειξη της προστασίας του περιβάλλοντος από απλό περιορισμό της ιδιοκτησίας σε αυτοτελές συνταγματικό αγαθό , για την διεύρυνση της δικονομικής έννοιας του εννόμου συμφέροντος ούτως ώστε να συμπεριλάβει τους γενικότερους σκοπούς των αιτούντων σωματείων , για την στάθμιση της βλάβης στο περιβάλλον από το επίδικο έργο ή δραστηριότητα σύμφωνα με την αρχή της πρόληψης και προφύλαξης  και εν τέλει την βιώσιμης ανάπτυξης . Η νομολογία αυτή, που επέβαλε μια δέσμη θετικών υποχρεώσεων και μέτρων προς το νομοθέτη και τη διοίκηση, κατακρίθηκε από μερίδα της επιστήμης ως δικαστικός ακτιβισμός του Ε΄τμήματος του ΣτΕ, ελλείψει του οποίου η κατάσταση του περιβάλλοντος στη χώρα μας νομίζω ότι θα βρισκόταν πολύ πιο υποβαθμισμένη, έρμαιο αυθαιρεσίας και ασύδοτων επεμβάσεων.

b.    Ο Συνήγορος του Πολίτη

Ο Συνήγορος του Πολίτη  είναι ανεξάρτητη αρχή κατοχυρωμένη στο Σύνταγμα , αναφέρεται δηλαδή στη Βουλή, που τον εκλέγει με ευρεία πλειοψηφία  και όχι σε Υπουργό, και έχει γενική αρμοδιότητα που καλύπτει όλη τη δημόσια διοίκηση και τις δημόσιες επιχειρήσεις προς έρευνα και διαμεσολάβηση για την καταπολέμηση της κακοδιοίκησης, για τη διαφύλαξη της νομιμότητας και των δικαιωμάτων των πολιτών. Η αρμοδιότητά του είναι διαμεσολαβητική και οι εισηγήσεις του δεν είναι δεσμευτικές. Αποσκοπεί δια της δημόσια έκθεσης και της πειθούς στην αλλαγή της διοικητικής πρακτικής και στην εμπέδωση αρχών χρηστής διοίκησης, η δε προστασία του περιβάλλοντος ήταν το μόνο θεματικό πεδίο που μνημονευόταν ειδικά στον προ δεκαετίας ιδρυτικό του νόμο. Με μέσο όρο αναφορών περί τις 2000 κάθε χρόνο για θέματα  που άπτονται της ποιότητας ζωής και του φυσικού, οικιστικού ή πολιτιστικού περιβάλλοντος, η ανεξάρτητη αρχή έχει αναδείξει ποικίλα ζητήματα πράξεων ή παραλείψεων της διοίκησης που απολήγουν σε προσβολή του φυσικού περιβάλλοντος, έχει πετύχει την άρση παράνομων καταστάσεων και έχει υποβάλλει νομοθετικές και διοικητικές προτάσεις σε ειδικές και στις ετήσιες εκθέσεις της προς τη Βουλή των Ελλήνων .  Ο Συνήγορος του Πολίτη διαπιστώνει ότι η ελληνική διοίκηση, ως προς την προστασία του περιβάλλοντος, δρα αποσπασματικά ακόμη και όταν ενεργεί κατασταλτικά και η δράση της συχνά προκαλείται ή επισπεύδεται από τη διαμεσολάβηση της Ανεξάρτητης Αρχής.
Στρατηγική ως προς το περιβάλλον: ο Συνήγορος αποβλέπει στην ευαισθητοποίηση και τον συντονισμό όλων των βαθμίδων της διοίκησης (κεντρικής, περιφερειακής διοίκησης και τοπικής αυτοδιοίκησης), ώστε οι υπηρεσίες να αναπτύξουν προληπτική και αποτελεσματική δράση για την περιβαλλοντική αειφορία. Για την επίτευξη αυτού του αποτελέσματος έχουν τεθεί δυο ενδιάμεσοι στόχοι: η εξασφάλιση, τουλάχιστον, της κατασταλτικής δράσης της διοίκησης στις περιπτώσεις παραβίασης της νομοθεσίας και ο συντονισμός της δράσης των συναρμόδιων υπηρεσιών για την πάταξη φαινομένων αυθαιρεσίας.
Παράδειγμα έρευνας Συνηγόρου του Πολίτη: Κερκίνη
Κατόπιν αναφοράς κατοίκων, ο Συνήγορος του Πολίτη διαπίστωσε παράνομες πράξεις του Δήμου Κερκίνης σχετικά με παραχώρηση σε ιδιώτη έκτασης που δεν ανήκε στον Δήμο αλλά ήταν δημόσια, σε παρόχθια περιοχή της λίμνης Κερκίνης, καθώς και παράνομη ανέγερση διώροφου κτίσματος και λειτουργία αναψυκτηρίου. Από την έρευνα πρόεκυψαν επίσης σφάλματα και παραλείψεις της Κτηματικής Υπηρεσίας Ν. Σερρών . Διαπιστώνοντας αποχρώσες ενδείξεις για τέλεση ποινικού αδικήματος ο ΣτΠολίτη διαβίβασε το σχετικό πόρισμά του και στην οικεία Εισαγγελική Αρχή. Ωστόσο, η παρέμβαση του Συνηγόρου συνεχίστηκε με στόχο την  κατεδάφιση του αυθαιρέτου και την αποκατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος. Υπήρξε χαρακτηριστική κωλυσιεργία της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας αν και πρόκειται για προστατευόμενη περιοχή, να εξασφαλίσει τις σχετικές πιστώσεις για την κατεδάφιση του αυθαίρετου κτίσματος. Στο πλαίσιο αυτό, ο Συνήγορος, απέστειλε έγγραφο στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, και τελικώς χορηγήθηκε η σχετική πίστωση στην Περιφέρεια .
 

3.    Τα σώματα επιθεωρητών της Διοίκησης

a.    Το Σώμα Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης (ΣΕΔΔΔ)

Το αρχαιότερο σώμα επιθεωρητών  συγκροτούν οι επιθεωρητές-ελεγκτές δημόσιας διοίκησης, που συγκροτείται στο Υπουργείο Εσωτερικών με απόσπαση υπαλλήλων, για να ελέγξει θέματα νομιμότητας και ποιότητας παροχής υπηρεσιών στον δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα, με τη διενέργεια επιθεωρήσεων. Αν και μπορεί να επιληφθεί έρευνας και κατόπιν υποβολής ατομικής αναφοράς, στην πράξη τείνει να αποφεύγει την έρευνα εξατομικευμένων περιπτώσεων, δεδομένης της αποστολής του που είναι ο έλεγχος συνολικά της λειτουργίας μιας υπηρεσίας για την οποία υποβάλλει στους αρμόδιους Υπουργούς έκθεση ελέγχου. Είναι ωστόσο εξίσου σημαντική η αρμοδιότητα του ΣΕΕΔΔ να ασκεί προανακριτικό έργο, κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας, κάτι που φαίνεται να συμβαίνει σε θέματα πολεοδομικά και παράνομων παρεμβάσεων σε προστατευόμενες περιοχές.
 
b.    Ο Γενικός Επιθεωρητής

Ο Γενικός Επιθεωρητής  είναι ο επιθεωρητής των επιθεωρητών στο εσωτερικό της δημόσιας διοίκησης, συντονίζει και αξιολογεί το έργο των ελέγχων της διοίκησης, ζητεί διοικητικό ή πειθαρχικό επανέλεγχο και συχνά προκαλεί πειθαρχικές ή ποινικές διώξεις. Έχει επομένως σημαντικό ρόλο σε θέματα συγκάλυψης ή διαφθοράς των δημοσίων υπαλλήλων και σε θέματα προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα  οι διαπιστώσεις του ότι η αντικατάσταση του προϊσταμένου της Κτηματικής Υπηρεσίας Αιτωλοακαρνανίας  οφειλόταν σε πολιτικές πιέσεις και ότι ο νέος προϊστάμενος προέβη στην συγκάλυψη καταπατητών στη Λιμνοθάλασσα Μεσολογγίου-Αιτωλικού, συγκάλυψη για την οποία ο Γενικός Επιθεωρητής ζήτησε την αντικατάστασή του και την πειθαρχική και ποινική του δίωξη.

c.    Η Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Περιβάλλοντος (ΕΥΕΠ)

Η ΕΥΕΠ  υπάγεται απευθείας στον Υπουργό ΠΕΧΩΔΕ. Διαφοροποιείται από τα άλλα δύο σώματα επιθεώρησης διότι το αντικείμενο ελέχου της δεν είναι οι δημόσιες υπηρεσίες αλλά οι οχλούσες και γενικώς παρανομούσες δραστηριότητες και η βλάβη του φυσικού περιβάλλοντος. Διενεργεί αυτοτελείς ελέγχους για ποικίλα θέματα τήρησης της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, συντάσσει εκθέσεις παράβασης προς κάθε φορέα παράβασης, δημόσιο ή ιδιωτικό και εισηγείται πρόστιμα, τα οποία καλείται να επιβάλλει, αναλόγως βαρύτητας, ο Νομάρχης, ΓΓΠεριφέρειας ή ο Υπουργός ΠΕΧΩΔΕ.
Οι αυτοψίες και τελικώς, όταν υποβάλλονται, οι εισηγήσεις περί προστίμων της ΕΥΕΠ είναι πολύτιμο αποδεικτικό υλικό για την ύπαρξη περιβαλλοντικών παραβάσεων. Για παράδειγμα, η έρευνα του Συνηγόρου του Πολίτη για την ρύπανση εργοστασίου τσιμεντοβιομηχανίας στο Βόλο στηρίχθηκε στα ευρήματα της αυτοψίας και στην εισήγηση προστίμου της Ε.Υ.Ε.Π-Τομέα Β.Ελλάδας για συγκεκριμένη και σοβαρή παραβίαση περιβαλλοντικών όρων του εργοστασίου. Η συστηματικότητα των ελέγχων της ΕΥΕΠ αποτελεί ωστόσο το ζητούμενο.

4.    Παραπληρωματικότητα και προοπτικές των θεσμών προστασίας του περιβάλλοντος

Ενώ η πολυδιάσπαση των φορέων που ασκούν περιβαλλοντική διοίκηση θέτει προβλήματα εποπτείας και συντονισμού, θεωρώ ότι η ύπαρξη πολλών παράλληλων ελεγκτικών μηχανισμών με διάφορη αρμοδιότητα και στόχευση καθιστά αποτελεσματικότερη και σφαιρικότερη την προστασία του περιβάλλοντος.
Λχ. στο παράδειγμα που προαναφέρθηκε του αυθαιρέτου στην Κερκίνη, η μεν έρευνα του Συνηγόρου του Πολίτη κατέστησε διαφανείς και προσδιορισμένες  τις πλημμελείς πράξεις και παραλείψεις των εμπλεκομένων υπηρεσιών και κινητοποίησε τους μηχανισμούς για να αποκατασταθεί το φυσικό περιβάλλον. Στον Γενικό Επιθεωρητή ωστόσο ανήκει το αντικείμενο της απόδοσης ευθυνών από πλευράς εμπλεκομένων υπαλλήλων και δημοσίων λειτουργών. Ευπρόσδεκτο θα ήταν το Σώμα Επιθεωρητών Ελεγκτών να εξετάσει όλους τους φακέλους  παραχωρήσεων ή πρωτοκόλλων κατεδάφισης στην περιοχή. Ομοίως, οι Επιθεωρητές Περιβάλλοντος  θα μπορούσαν να διαπιστώσουν τις τυχόν παράνομες δραστηριότητες στην παρόχθια ζώνη από κάθε  ιδιωτικό ή μη φορέα και τις ενδεχόμενες συνέπειες στη ρύπανση ή στάθμη υδάτων. 
Θα μπορούσε η αποτελεσματικότητα των μηχανισμών ελέγχου να βελτιωθεί?. Προφανώς η αναζήτηση στρατηγικής και μεγαλύτερης αποτελεσματικότητας ενυπάρχει σε κάθε υγιή θεσμό. Σημειώνω ενδεικτικά τις εξής σκέψεις:
Κατ’αρχήν όσον αφορά τους εσωτερικούς μηχανισμούς, οι διευρυμένες αρμοδιότητες των ΟΤΑ απαιτούν την  αναμόρφωση της κυρωτικής αρμοδιότητάς τους για προσβολές του περιβάλλοντος, ελέγχους επιχειρήσεων και καταστημάτων κλ.π., με πιο στενά περιθώρια διακριτικής ευχέρειας αλλά και συγκεκριμένα κριτήρια άσκησής της. Βεβαίως απαιτείται η στελέχωση των υπηρεσιών, ιδίως των υπηρεσιών περιβάλλοντος και  περιβαλλοντικής υγιεινής των Ν.Α. Οι Επιθεωρητές Περιβάλλοντος μπορούν να συμπληρώσουν αλλά όχι να αναπληρώσουν την έλλειψη συστηματικών ελέγχων σε επιχειρήσεις σε τοπικό επίπεδο. Θα μπορούσαν ωστόσο να αποκτήσουν στοιχειώδη λειτουργική αυτοτέλεια ως υπηρεσία και αποφασιστική κυρωτική αρμοδιότητα .
Όσον αφορά τον Συνήγορο του Πολίτη, θα έπρεπε να υπάρχει μεγαλύτερη συζήτηση των εκθέσεων και προτάσεών του στη Βουλή, στην οποία αναφέρεται, προκειμένου να αναδεικνύονται συστηματικά τα θέματα προσβολών του περιβάλλοντος και να τυγχάνουν της σωστής διοικητικής ανταπόκρισης.
Ως προς τη Δικαιοσύνη, το ζητούμενο είναι κατ’αρχήν να διαφυλαχθεί η αρμοδιότητα του ΣτΕ . Κατά δεύτερο λόγο, η κατοχύρωση της προστασίας του περιβάλλοντος και ως ατομικού δικαιώματος μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος το 2001 ανοίγει νομίζω ένα ευρύτερο πεδίο αξιοποίησης των υφισταμένων ενδίκων μέσων διεκδίκησης  αποζημιώσεων για παράνομες προσβολές του περιβάλλοντος, με όχημα την προσβολή της προσωπικότητας κατ’άρθρ.57 ΑΚ και την αστική ευθύνη του Δημοσίου κατ’αρθρ. 105, 106 ΕισνΑΚ.
Εν γένει, οι θεσμοί προστασίας του περιβάλλοντος, όλοι οι προαναφερθέντες, θα πρέπει να ανιχνεύσουν τα περιθώρια  καλύτερου συντονισμού και μεταξύ τους συνεργασίας.
Τέλος, οι μηχανισμοί προστασίας του περιβάλλοντος χωρίς την ενεργό συμμετοχή, εγρήγορση και συνεργασία της κοινωνίας των πολιτών δεν μπορούν να αποδώσουν το μέγιστο των δυνατοτήτων τους. Κι εδώ μπαίνουν στο τοπίο της περιβαλλοντικής προστασίας οι πολίτες και οι οργανώσεις τους, τη δυναμική των οποίων οι θεσμοί μπορούν να αξιοποιήσουν αλλά δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να υποκαταστήσουν.