Βαδίζοντας στις ρύμες και τις οδούς της πόλης δεν έχεις παρά να βεβαιωθείς για άλλη μια φορά για την υπάρχουσα αντίθεση ανάμεσα στην εικόνα του δημόσιου και του ιδιωτικού χώρου, που, ειδικά αυτή την εποχή, εκδηλώνεται με κραυγαλέο τρόπο, τόσο για τον αμέριμνο περιπατητή, όσο και για κείνον που επισταμένως τέρπεται από τη μελέτη των αντιθέσεων. Κι είναι στ’ αλήθεια τόσο ισχυρή σε πολλά σημεία της πόλης αυτή η αντίθεση που λες πως δεν μπορεί αυτό να είναι μόνο αποτέλεσμα του ατομικισμού, ο οποίος με πολλές μορφές εκδηλώνεται στην εποχή μας, μια και αυτή η εποχή έχει να επιδείξει και αξιολογότατες εκφράσεις συλλογικής δράσης και αλληλεγγύης.
Όμως, οι εικόνες αυτές είναι εκεί και καθημερινά πολιορκούν κάθε δημότη, ο οποίος, αν και καταβάλει τις οικονομικές του υποχρεώσεις στην πόλη, νιώθει εξαπατημένος, αφού ελάχιστα έως ανύπαρκτα είναι αυτά που επιστρέφουν στον ίδιο από τα λεγόμενα ανταποδοτικά τέλη. Έτσι, ειδικά αυτή την εποχή, που στις αυλές, στους κήπους και στις βεράντες των οικιών, αλλά και κάποιων καταστημάτων, θρασομανούν ανθισμένα λουλούδια, η πόλη εμφανίζεται στερημένη από ανθισμένες αλέες, πλατείες ή άλλους δημόσιους χώρους, οι οποίοι θα συνιστούσαν ανάσες όμορφων αισθητικά εικόνων και θα πρόσφεραν χαρά στους πολίτες και τους επισκέπτες της. Αν προστεθεί εδώ η κατάσταση που εμφανίζουν, τόσο οι κεντρικές οδικές αρτηρίες, όσο και άλλες μικρότερες οδοί, σου ’ρχεται να βάλεις τα κλάματα με την αφροντισιά, τις κακοτεχνίες και τις εμφανείς βλάβες του οδοστρώματος, οι οποίες κάθε άλλο παρά ανέμελο περιπατητή ή εποχούμενο σε καθιστούν.
Και αναρωτιέται κανείς! Αυτοί, τους οποίους οι δημότες επιλέγουν κάθε φορά στα ύπατα αξιώματα της πόλης, δεν ενοχλούνται από πλήθος τέτοιων εικόνων που αναπτύσσονται γύρω τους; Δεν νιώθουν κάποια ενοχή ή έστω κάποια υποχρέωση, προκειμένου να αναλάβουν πρωτοβουλίες για τη βελτίωση του αστικού τοπίου; Η μήπως δεν τους αφορά αυτό που προεκλογικά ονομάζουν πολιτισμό της καθημερινότητας, μέρος του οποίου είναι τα προαναφερθέντα και μέσω του οποίου καλλιεργείται η καλαισθησία και η αγάπη προς το περιβάλλον; Ή μήπως εν τέλει απουσιάζουν άλλα πιο ουσιαστικά πράγματα, τα οποία θα κρατούσαν σε εγρήγορση την αίσθηση της ευθύνης; Εκείνης της ευθύνης, που, πέραν όλων των άλλων, κάνει τον εκάστοτε δημοτικό άρχοντα να αναλαμβάνει καίριες πρωτοβουλίες για την αναβάθμιση του αστικού περιβάλλοντος καθιστώντας μάλιστα μέσω της ενημέρωσης και της ευαισθητοποίησης, η οποία προκύπτει απ’ αυτή, και τους πολίτες υπεύθυνους για τη φροντίδα και τη συντήρηση όσων εκείνος θα δημιουργήσει!
Η όποια δικαιολογία για το κόστος αυτής της φροντίδας δεν είναι απλώς φθηνή, αλλά χλευαστική για τους δημότες, και αποδεικνύει πως εκείνο που λείπει δεν είναι τα χρήματα, αλλά πολλά άλλα και, κυρίως, η νοικοκυροσύνη! Αυτή η ερχόμενη από τον χρόνο φροντίδα της νοικοκυράς, την οποία μπορεί κανείς ανέτως ν’ απολαύσει και στις ολάνθιστες αυλές φτωχόσπιτων τούτης της πόλης! Φτωχόσπιτων, που, όμως, μέσα στεγάζουν τη νοικοκυροσύνη!
Παναγιώτα Π. Λάμπρη,