19ο Συνέδριο ΠΑΝΔΟΙΚΟ
«Κλιματικές Αλλαγές. Τοπικές προτάσεις και λύσεις»
ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΕΕ
Η σύγχρονη τεχνολογία και η επιστήμη για την αντιμετώπιση των Κλιματικών Αλλαγών
Δρ Χριστίνα Θεοχάρη
Επιμελήτρια της Μόνιμης Επιτροπής Οικολογίας και Περιβάλλοντος
Η σύγχρονη τεχνολογία και η επιστήμη για την αντιμετώπιση των Κλιματικών Αλλαγών
Το 19ο Συνέδριο του ΠΑΝΔΟΙΚΟ, όπως απορρέει από τον τίτλο του προσπαθεί να συναρθρώσει ένα παγκόσμιο πρόβλημα με το «δέον γενέσθα»ι σε τοπικό επίπεδο στο πλαίσιο της ρήσης «σκέψου παγκόσμια – δράσε τοπικά». Και αν σε παγκόσμιο επίπεδο διαμορφώνονται οι γενικές πολιτικές είναι η εφαρμογή αυτών των πολιτικών σε εθνική, περιφερειακή και τοπική κλίμακα, εκείνη που μπορεί να φέρει απτά αποτελέσματα και ουσιαστική συμβολή στην αντιμετώπιση της πλανητικής πρόκλησης των κλιματικών αλλαγών με όλα όσα αυτές συνεπάγονται.
Συνακόλουθα όσο περισσότερο αναπτύξουμε την δράση μας σε επίπεδο τοπικών κοινωνιών, επαγγελματικών ομάδων, επιστημονικής κοινότητας, ερευνητικής κοινότητας, οικολογικών οργανώσεων και όσο πιο συνεκτικά βρούμε τις ατραπούς για την εμπέδωση κοινών πρακτικών και δράσεων, τόσο περισσότερο θα μπορέσουμε να είμαστε αποτελεσματικοί στο μεγάλο στοίχημα που έχουμε μπροστά μας σε σχέση με το κλίμα και την επαπειλούμενη κατάρρευσή του.
Επιστήμη, έρευνα, τεχνολογία
Για την χάραξη της πολιτικής για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, έχει πρωταρχική σημασία η ύπαρξη αδιάσειστων επιστημονικών δεδομένων. Παρόλο που σημειώθηκε σημαντική πρόοδος στην κατανόηση του κλιματικού συστήματος της γης, εξακολουθούν να υπάρχουν αβεβαιότητες, ιδίως όσον αφορά στην ακρίβεια και στη διεξοδικότητα των προβλέψεων για τις επιπτώσεις της αλλαγής του κλίματος σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, καθώς και το κόστος και τα οφέλη των μέτρων προσαρμογής για βραχύτερους χρονικούς ορίζοντες, επί παραδείγματι, έως το 2020-2030. Για τον λόγο αυτό απαιτείται η προώθηση μιας ολοκληρωμένης διακλαδικής και ολιστικής προσέγγισης, σε συνδυασμό με την εσωτερίκευση του περιβαλλοντικού κόστους της υποβάθμισης των φυσικών και βιολογικών συστημάτων. Η πολυπλοκότητα αλληλοσυνδεόμενων παραγόντων που δεν είναι δυνατόν να αναλυθούν μεμονωμένα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο έρευνας.
Εργαλεία και τομείς δράσης
Το 6ο Πρόγραμμα δράσης για το Περιβάλλον, το 7ο Πρόγραμμα Πλαίσιο για την Έρευνα (2007-2013), το οποίο δίνει ιδιαίτερο βάρος στην αλλαγή του κλίματος και ειδικότερα στις ικανότητες πρόβλεψης, στη μοντελοποίηση και στις στρατηγικές προσαρμογής αλλά και το Πρόγραμμα Δράσης για τις Τεχνολογίες Περιβάλλοντος (ETAP) είναι βασικά εργαλεία από τα οποία απορρέουν πολιτικές και πρακτικές. Θέματα στα οποία θα πρέπει να υπάρξει πρόοδος στο επόμενο διάστημα και τα οποία αφορούν κάθε κράτος μέλος της Ε.Ε. και επομένως και την χώρα μας είναι:
Η ανάπτυξη γενικών και ολοκληρωμένων μεθοδολογιών για την εκτίμηση των επιπτώσεων και της κάθε είδους τρωτότητας και για τη διαμόρφωση αποτελεσματικών – ως προς το κόστος – μέτρων προσαρμογής παράλληλα με την ανάλυση του κοινωνικοοικονομικού κόστους και οφέλους. Η χρήση δεικτών για τη μέτρηση της αποτελεσματικότητας των αποκρίσεων είναι επιβεβλημένη, ενώ απαιτείται και η βελτίωση της εκτίμησης των κινδύνων, των επιπτώσεων και της σχέσης κόστους – οφέλους των μέτρων αντιμετώπισης και προσαρμογής, σε σχέση με ένα σενάριο «αδράνειας».
Η βελτίωση των προβλέψεων για τις επιπτώσεις σε περιφερειακή ή τοπική κλίμακα, συμπεριλαμβανομένων των πιθανών επιπτώσεων στα ύδατα (λειψυδρία), στην ενέργεια (μείωση της ψυκτικής ικανότητας στις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής, επιπτώσεις στην παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας, αύξηση της ζήτησης κλιματισμού των κτηρίων), στις υποδομές των μεταφορών, στις βιομηχανίες και τις επιχειρήσεις, στον σχεδιασμό χρήσεων γης, στη γεωργία και στην υγεία του ανθρώπου (επανεμφάνιση ασθενειών).
Η αποσαφήνιση των αναμενόμενων επιπτώσεων της αλλαγής του κλίματος και της καταστροφής της στιβάδας του όζοντος στα οικοσυστήματα και αναζήτηση τρόπων βελτίωσης της προσαρμοστικότητάς τους. Εκτίμηση, στο πλαίσιο αυτό, των κλιματικών επιπτώσεων στη βιόσφαιρα, στα υδάτινα οικοσυστήματα, καθώς και της επίδρασης των μεθόδων αγρο-οικολογικής διαχείρισης και εντοπισμός των ενδιαιτημάτων, ειδών και φυσικών πόρων που αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο.
Η διαμόρφωση πλήρων σειρών δεδομένων και μοντέλων μακροπρόθεσμης ισχύος και υψηλής διακριτικής ικανότητας. Βελτίωση του συντονισμού μεταξύ των δικτύων πληροφοριών.
Η βελτίωση της πρόσβασης στα υπάρχοντα δεδομένα και ενσωμάτωση σημαντικών για τους σκοπούς της προσαρμογής δεδομένων στα συστήματα INSPIRE (Υποδομή Χωρικών Πληροφοριών στην Ευρώπη), SEIS (Κοινόχρηστο Σύστημα Περιβαλλοντικών Πληροφοριών) και GMES (Παγκόσμια Παρακολούθηση του Περιβάλλοντος και της Ασφάλειας), και στο πλαίσιο αυτό, ουσιαστική βελτίωση της επιτόπιας παρακολούθησης των ποιοτικών και ποσοτικών πτυχών των φυσικών πόρων, της βιοποικιλότητας και των οικοσυστημικών υπηρεσιών.
Η ενθάρρυνση της χρήσης των υφιστάμενων συστημάτων πληροφοριών όπως του Ευρωπαϊκού Συστήματος Προειδοποίησης σε Περίπτωση Πλημμυρών, του Ευρωπαϊκού Συστήματος Πληροφόρησης για τις Πυρκαγιές των Δασών, του Κέντρου Παρακολούθησης και Ενημέρωσης (MIC) για πολιτική προστασία και του Συστήματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Πρόβλεψη της Απόδοσης των Καλλιεργειών και μεγιστοποίηση του δυναμικού τους μέσω της σύνδεσής τους, επί παραδείγματι, με κατάλληλη ευρωπαϊκή υποδομή μετεωρολογικών δεδομένων και στοχοθετημένα προγράμματα παρακολούθησης. Βελτίωση των – χρήσιμων για τη χάραξη πολιτικής – πληροφοριών που παρέχουν τα ευρωπαϊκά κέντρα δεδομένων όσον αφορά την ποιότητα του αέρα, τους φυσικούς πόρους, την υγεία του ανθρώπου, τα προϊόντα και τα απόβλητα, υιοθετώντας προσέγγιση με βάση τον κύκλο ζωής.
Η τακτική σύνταξη και υποβολή αρμοδίως (στο εθνικό Κοινοβούλιο, στους αρμόδιους Ευρωπαϊκούς φορείς, EPA), επικαιροποιημένων ανακεφαλαιωτικών εκθέσεων σχετικά με τις επιπτώσεις της αλλαγής του κλίματος, την προσαρμογή και την τρωτότητα, βασιζομένων, μεταξύ άλλων, στα αποτελέσματα των ερευνών που διεξάγονται σε εθνικό επίπεδο.
Η στήριξη, σε συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα, της έρευνας με αντικείμενο την προσαρμογή των επιχειρήσεων, των υπηρεσιών και της βιομηχανίας. Δρομολόγηση ερευνών για την ανάπτυξη τεχνολογιών και προϊόντων που θα συμβάλουν στην προσαρμογή, ούτως ώστε να τονωθεί η καινοτομία σε διάφορους τομείς (π.χ. γεωργία, δασοκομία, ύδατα, ενέργεια, κατασκευές, αλιεία, υδατοκαλλιέργειες).
Η δρομολόγηση μελετών (πανευρωπαϊκών και εθνικών) με αντικείμενο τα τρέχοντα και τα μελλοντικά σχέδια των παράκτιων περιοχών για την ενίσχυση της προστασίας των ακτών.
Η βελτίωση των γνώσεων σχετικά με την ροή και διαθεσιμότητα των πόρων (ευρωπαϊκών και εθνικών).
Η προώθηση της συνεργασίας, των συμπράξεων και της συγκρότησης δικτύων με την επιστημονική κοινότητα των κρατών μελών και των χωρών που δεν είναι μέλη της ΕΕ, και ειδικότερα των αναπτυσσόμενων χωρών, των γειτονικών χωρών και των σημαντικότερων εταίρων και ανταλλαγή ερευνητικών αποτελεσμάτων, κλιματικών μοντέλων και άλλων μεθοδολογικών εργαλείων.
Η υποστήριξη των επαγγελματιών, παρέχοντάς τους κατευθύνσεις σχετικά με τις υπάρχουσες επιστημονικές γνώσεις και τα μέτρα προσαρμογής, τις επιλογές και τις αναλύσεις της σχέσης κόστους-οφέλους των εν λόγω επιλογών. Διευκόλυνση της μετάδοσης των γνώσεων από την ερευνητική κοινότητα στους επαγγελματίες.
Οι σύγχρονες τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνίας, καθώς και οι μελλοντικές εξελίξεις τους θα αποτελέσουν εργαλείο πρωταρχικής σημασίας για την υποστήριξη της διαδικασίας προσαρμογής, παρέχοντας κατάλληλες, ευέλικτες και ταχύτατες αποκρίσεις στις απαιτήσεις της προσαρμογής, για την παρακολούθηση, επί παραδείγματι, των περιβαλλοντικών μεταβολών, την πρόληψη και την εκτίμηση των κινδύνων και για τη διαχείριση κρίσεων.
Κάθε ένας από τους τομείς που προαναφέρθηκαν απαιτεί επιστημονική, τεχνολογική και επαγγελματική προετοιμασία και ετοιμότητα προκειμένου να μπορέσουμε να ανταποκριθούμε. Αυτό σημαίνει επικαιροποίηση των προγραμμάτων σπουδών των συναφών τομέων, διαδικασίες κατάρτισης του ανθρώπινου δυναμικού, επαρκή στελέχωση του δημοσίου τομέα, δραστηριοποίηση του ιδιωτικού τομέα.
Είναι μια κοσμογονία που διεμβολίζει την αδράνεια, την στασιμότητα και ενίοτε την ευκαιριακή αντιμετώπιση των προβλημάτων, όταν αυτά έχουν φθάσει στο απροχώρητο, γεγονός που μας πηγαίνει πίσω σε σχέση με τις υποχρεώσεις και τις δεσμεύσεις που έχουμε αναλάβει και πρέπει να ανταποκριθούμε ως χώρα.