Τα προβλήματα από την κόκκινη λάσπη του εργοστασίου επεξεργασίας βωξίτη και παραγωγής αλουμινίου της ΑΛΟΥΜΙΝΙΟΝ της ΕΛΛΑΔΟΣ
Με την ευκαιρία της διοργάνωσης διημερίδας στην Πάτρα με θέμα «Κλιματική Αλλαγή και Κορινθιακός κόλπος», στις 7 και 8 Δεκεμβρίου από το ΣΠΟΑΚ, σε αίθουσα του Νέου Αρχαιολογικού Μουσείου Πατρών, είναι σημαντικό να αναφερθούμε στο μεγαλύτερο ίσως περιβαλλοντικό πρόβλημα του Κορινθιακού Κόλπου: την κόκκινη λάσπη από το εργοστάσιο επεξεργασίας βωξίτη και παραγωγής αλουμινίου της ΑΛΟΥΜΙΝΙΟΝ της ΕΛΛΑΔΟΣ, που βρίσκεται στον κόλπο της Αντίκυρας στον Β.Α. Κορινθιακό.
Ήδη μετά από ετών αγώνες των περιβαλλοντικών οργανώσεων και των Δήμων του Κορινθιακού η κόκκινη λάσπη, το απόβλητο της χημικής επεξεργασίας του βωξίτη, προκειμένου να παραχθεί το αλουμίνιο, δεν διοχετεύεται στη θάλασσα αλλά κατακρατείται και αποτίθεται στην ξηρά. Πέφτει όμως στη θάλασσα το υγρό διήθημα της λάσπης του οποίου η σύσταση δεν έχει επαρκώς μελετηθεί ως προς το μέγεθος της επίπτωσης στην θαλάσσια βιοκοινωνία. Από την άλλη, η απόθεση της κόκκινης λάσπης στην ξηρά, προκαλεί σοβαρό πρόβλημα συνεχούς διάχυσης σκόνης με περιεκτικότητα σε βαριά μέταλλα.
Παραθέτουμε παρακάτω τις προτάσεις για τα δύο αυτά προβλήματα της δραστήριας Οικολογικής Κίνησης Αντίκυρας «Η ΑΡΤΕΜΙΣ», όπως αυτές περιέχονται σε εκτενή τους αναφορά που κατατέθηκε στη Βουλή το Φεβρουάριο 2012. Εννοείται ότι η εφαρμογή τους ή άλλων σοβαρών μέτρων για τα προαναφερθέντα προβλήματα επιπτώσεων εκκρεμούν.
Επειδή δεν γνωρίζουμε τη χημική δομή του διηθήματος, καθώς πουθενά δεν υπάρχει σχετική χημική ανάλυση, συμπεριλαμβανομένης και της εγκριθείσας σχετικής ΑΕΠΟ, επειδή επίσης απουσιάζουν παντελώς ακόμη και πιθανές εκτιμήσεις των βραχυχρόνιων και μακροχρόνιων επιπτώσεών του στο περιβάλλον του Κορινθιακού, προτείνουμε:
- την εξ ολοκλήρου απόσυρση των αγωγών απόρριψης από τον βυθό του Κορινθιακού (αυτών που είναι σε λειτουργία και αυτών που έχουν υποστεί βλάβη ή είναι ανενεργοί),
- την εγκατάσταση αξιόπιστου βιολογικού καθαρισμού στο χώρο της Βιομηχανίας και τη συνεχή και επιστημονική παρακολούθηση από ανεξάρτητους φορείς (π.χ. επιθεωρητές ΕΥΕΠ ) του χώρου απόθεσης επικίνδυνων αποβλήτων της εταιρίας καθώς όπως προκύπτει από τις εκθέσεις των επιθεωρητών περιβάλλοντος ήδη υπάρχει πρόβλημα στη διαχείριση των υγρών αποβλήτων,
- την απορρύπανση του βυθού του Κορινθιακού και την αποκατάσταση των εδαφών περιφερειακά της Βιομηχανίας έτσι ώστε να επανέλθουν σε μια περιβαλλοντικά αποδεκτή κατάσταση.
Το ζήτημα της χερσαίας απόθεσης
Τα σημαντικότερα προβλήματα που προκύπτουν από τη χερσαία απόθεση της ερυθράς ιλύος (Ε.Ι.) είναι:
- Η δημιουργία μεγάλων όγκων, μεγάλης ηλικίας, μη χρησιμοποιήσιμων αποβλήτων
- Η υψηλή αλκαλικότητά τους
- Η δυνατότητα για μελλοντική επαναταξινόμησή τους, ώστε να μπορούν να χαρακτηριστούν, στο μέλλον, ως επιβλαβή απόβλητα
- Ο χαρακτηρισμός των αποβλήτων ως επικίνδυνων
- Η διαρκής έκθεση στον πιθανό κίνδυνο διύλισης/διείσδυσης όμβριων υδάτων
- Η πιθανή ρύπανση των υπόγειων νερών
- Η δημιουργία νέφους αιωρούμενης σκόνης, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ξήρανσης
- Η λήψη καδμίου από τις εγκαταστάσεις
- Η υψηλή ακτινοβολία
- Οι προϋποθέσεις, που πρέπει να υπάρξουν, ώστε να αποκλειστεί η μελλοντική εγκατάλειψη
- Τα μακροπρόθεσμα προβλήματα, από τη χρησιμοποίησή της σε κάποιο προϊόν, λόγω της περιεκτικότητας του υπολείμματος σε νάτριο (~5%).
- Διάφορα ζητήματα, των ιδιοτήτων του υπολείμματος.
Επίσης η χερσαία απόθεση της ερυθράς ιλύος θα έχει ως αποτέλεσμα:
- τη διασπορά της σκόνης μέσω αέρα σε μεγάλη ακτίνα που επηρεάζει άμεσα τους παρακείμενους οικισμούς Αντίκυρας και Άσπρων Σπιτιών και σε μικρότερο βαθμό την ευρύτερη περιοχή. Ας σημειωθεί ότι ήδη έχει καταγγελθεί η επιβάρυνση ελαιοκαλλιεργειών, ενώ πρέπει να ελεγχθεί και η επίπτωση στην υγεία των κατοίκων τόσο μέσω της εισπνοής όσο και μέσω των επικαθήσεων της σκόνης.
- την αλλοίωση της μορφολογίας αλλά και την πρόκληση κινδύνων κατάρρευσης με την ύψωση ενός τεράστιου σωρού ιλύος.
Αν αποδεχθούμε τη χερσαία απόθεση ως διαχείριση της Ε.Ι. απλά θα μεταφέρουμε το πρόβλημα στη στεριά. Μόνο που στη στεριά ο τεράστιος όγκος των 800.000 και πλέον τόνων αποβλήτου κατ’ έτος είναι αδύνατο πρακτικά να «κρυφτεί», κάτι που συνέβαινε τόσα χρόνια στο βυθό του Κορινθιακού. Συμπερασματικά, η πραγματική διαχείριση είναι το ζήτημα προς αντιμετώπιση.
- Η πρόταση μας εδώ περιλαμβάνει την προσέγγιση της ασφαλούς αποθήκευσης του αποβλήτου, ώστε στο μέλλον να είναι δυνατή μια μεταλλουργική διαχείριση για την ανάκτηση σπανίων μετάλλων που εμπεριέχει. Η ασφαλής αποθήκευση πρέπει να διερευνηθεί αν μπορεί να γίνει στα ανενεργά μεταλλεία, απ’ όπου άλλωστε έχει προέλθει, εφόσον βέβαια στεγανοποιηθούν καταλλήλως, ώστε να αποφευχθεί τώρα και στο μέλλον η επιβάρυνση του υπόγειου υδροφορέα.
Παρακαλούμε να κοινοποιήσετε το υπόμνημα αυτό και τα στοιχεία που σας επισυνάπτουμε ηλεκτρονικά και στα υπόλοιπα μέλη της Επιτροπής, ώστε να ενημερωθούν εγκαίρως. Θα σας αποσταλεί ολοκληρωμένος φάκελος με το ταχυδρομείο. Τα στοιχεία αυτά έχουν κατατεθεί κατά καιρούς σε όλες τις αρμόδιες Αρχές , Κεντρικές, Περιφερειακές και Δικαστικές.
Ελπίζουμε αυτή τη φορά να ληφθούν σοβαρά υπόψη από την αρμόδια Επιτροπή της Βουλής. Παραμένουμε στη διάθεσή σας για οποιαδήποτε πληροφορία και σας παρακαλούμε θερμά να παρευρεθούν μέλη της «ΑΡΤΕΜΙΔΑΣ» στην επόμενη συνεδρίαση της Επιτροπής
Γνώμη της Επιτροπής Περιβάλλοντος της Βουλής των Ελλήνων για την Προστασία του Κορινθιακού Κόλπου
Το θέμα της προστασίας του Κορινθιακού Κόλπου συζητήθηκε και στην αρμόδια Επιτροπή Περιβάλλοντος της βουλής σε μία προσπάθεια να εντοπισθούν τα ανοικτά ζητήματα, οι πιέσεις, οι προκλήσεις αλλά και οι αναγκαίες λύσεις. Κατά τις συνεδριάσεις κατατέθηκαν προτάσεις από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, τις Περιφέρειες Αττικής, Στερεάς Ελλάδος, Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδος, Φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και συλλογικών οργάνων Δήμων του Κορινθιακού (ΣΠΟΑΚ), το ΕΛΚΕΘΕ, το Δίκτυο εργαστηρίων «Ωκεανός» του Πανεπιστημίου Πατρών, καθώς επίσης και από εκπροσώπους αλιέων και από οικολογικές οργανώσεις (Ομοσπονδία Οικολογικών Οργανώσεων Προστασίας Κορινθιακού «Η Αλκυών», Greenpeace).
Παραθέτουμε το κείμενο του πορίσματος της Επιτροπής:
Η Επιτροπή λαμβάνοντας υπόψη :
1. Τα φυσικογεωγραφικά και ανθρωπογεωγραφικά χαρακτηριστικά του Κορινθιακού κόλπου, την εν γένει ικανοποιητική περιβαλλοντική κατάσταση αλλά και τις τάσεις επιδείνωσης που καταγράφονται.
2. Τα καταγεγραμμένα προβλήματα του Κορινθιακού κόλπου, όπως η βιομηχανική ρύπανση, η έντονη οικιστική δραστηριότητα που αναπτύσσεται στο παράκτιο μέτωπο, η διάβρωση των ακτών, η μείωση της ιχθυοπανίδας, η έλλειψη μονάδων επεξεργασίας λυμάτων, κ.α.
3. Την έλλειψη επαρκούς συντονισμού μεταξύ των αρμοδίων Περιφερειών αλλά και των εμπλεκόμενων φορέων σε κάθε Περιφέρεια χωριστά.
4. Το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο και τις δυνατότητες που προσφέρονται από το ΕΣΠΑ 2007-2013.
5. Την εξελισσόμενη αναθεώρηση των Περιφερειακών Χωροταξικών Σχεδίων.
6. Την κείμενη νομοθεσία, ιδίως σε ότι αφορά στην προστασία της βιοποικιλότητας.
7. Το πρόγραμμα δράσης του ΥΠΕΚΑ για την κατασκευή μονάδων επεξεργασίας λυμάτων και δικτύων αποχέτευσης.
8. Τις δράσεις των Περιφερειών και του ΣΠΟΑΚ.
Προτείνει για την βιώσιμη διαχείριση του Κορινθιακού κόλπου:
1. Την αντιμετώπιση του Κορινθιακού Κόλπου ως ενιαίου οικοσυστήματος.
2. Την κατάρτιση μιας λεπτομερούς και ολοκληρωμένης ειδικής περιβαλλοντικής μελέτης του Κορινθιακού κόλπου, από τα συμπεράσματα της οποίας θα καθορισθεί το επίπεδο ρύπανσης σε ότι αφορά βαρέα μέταλλα και θα αποφασισθεί και ο χαρακτηρισμός χωρικών ενοτήτων του Κορινθιακού κόλπου ως ανηκουσών στο δίκτυο NATURA 2000.
3. Την εφαρμογή του Νόμου 3983/2011 στον Κορινθιακό Κόλπο για την αποκατάσταση και τη διατήρηση της καλής κατάστασης του θαλασσίου περιβάλλοντος έως το 2020.
4. Τη δημιουργία Δικτύου προστατευόμενων περιοχών και τον παράλληλο καθορισμό θαλάσσιων καταφυγίων στην περιοχή με στόχο μεταξύ άλλων την προστασία του θαλασσίου περιβάλλοντος αλλά και των περιοχών αναπαραγωγής και ανάπτυξης των ψαριών σύμφωνα με τον Κανονισμό για τη Αλιεία στη Μεσόγειο (εφαρμογή του Κανονισμού 1967/2006).
5. Την οριστική διακοπή της απόρριψης της ερυθράς ιλύος στον Κορινθιακό κόλπο μέσω και της αξιοποίησης νέων τεχνολογιών (λ.χ. ΕΜΠ) για τη διαχείριση της.
6. Τη λήψη, κατά απόλυτη προτεραιότητα, ειδικών μέτρων για την αντιμετώπιση της διάβρωσης των ακτών, ακόμα και με αναστολή έκδοσης οικοδομικών αδειών στο παράκτιο μέτωπο.
7. Τον έλεγχο των φερτών υλικών που παροχετεύονται στον Κορινθιακό κόλπο από τις εκροές ποταμών.
8. Την κατά απόλυτη προτεραιότητα θωράκιση της ποιότητας των νερών του Κορινθιακού κόλπου με την ένταξη στο ΕΣΠΑ 2007-2013 και την κατασκευή εγκαταστάσεων επεξεργασίας λυμάτων και δικτύων αποχέτευσης στο παράκτιο μέτωπο.
9. Την αξιοποίηση του νέου επενδυτικού νόμου για την εισαγωγή καθαρών τεχνολογιών για το περιβάλλον στη λειτουργία βιομηχανικών, βιοτεχνικών και τουριστικών μονάδων.
10. Τη συντονισμένη αναθεώρηση των περιφερειακών χωροταξικών σχεδίων των Περιφερειών Αττικής, Πελοποννήσου, Στερεάς Ελλάδος και Δυτικής Ελλάδος, ώστε οι δράσεις προστασίας και ανάδειξης του Κορινθιακού κόλπου να παρακολουθούν κοινές αρχές και στόχους και να αλληλοσυμπληρώνονται στο μέγιστο δυνατό βαθμό.
11. Τη συνάρτηση των αλιευτικών δραστηριοτήτων με το Δίκτυο προστατευόμενων περιοχών εντός του Κορινθιακού κόλπου.
12. Τη δημιουργία, λόγω της έντονης διαπεριφερειακής διάστασης, ενός Ενιαίου Φορέα Διαχείρισης του Κορινθιακού Κόλπου ή κατ’ ελάχιστον ενός διαπεριφερειακού συντονιστικού οργάνου στο οποίο θα συμμετέχουν επίσης το ΥΠΕΚΑ, το Υπουργείο Ανάπτυξης, εκπρόσωποι της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, των επιστημονικών και οικολογικών φορέων.
13. Την ανάπτυξη δράσεων για την ενημέρωση των χρηστών του Κορινθιακού Κόλπου σχετικά με τα προβλήματα που αντιμετωπίζει αλλά και την εφαρμογή των κατάλληλων μέτρων προστασίας.
14. Την τακτική επικαιροποίηση της προόδου σε ότι αφορά στα σημεία 1-13 ανωτέρω.
Ο Πρόεδρος της Επιτροπής
Αν. Καθηγητής Κώστας Καρτάλης