Ήταν πρωί …..τ’ Οκτώβρη και μάλιστα δέκα του μήνα, που συγκεντρωθήκαμε, λίγο νυσταγμένοι, είναι αλήθεια, στις 6,45΄ π.μ., νυχτιάτικα δηλαδή, γεμάτοι προσμονή και χαρά – που μόλις αχνοφαινόταν – στο πάρκιν Καλετζιώτη για μια διήμερη εκδρομή στα Μετέωρα! Η …ομάδα αυτή τη φορά ήταν διευρυμένη, δηλαδή κοντά στους ενενήντα νομάτους, και συμπεριελάμβανε από παιδιά, εφήβους, νέους, αλλά και πολλούς …ήντα + (plus).
Μ ε τ έ ω ρ α ! Και μόνο η λέξη έχει από μόνη της μια άλλη διάσταση, αιωρείσαι, ούτε στη γη, που ζουν τα κοινά όντα, ούτε και στον ουρανό, που κατοικούν οι θεοί, αλλά κάπου ανάμεσα!
Ξεκινάμε, λοιπόν, με μουσική μαγική – Σαλέας σε Θεοδωράκη – και φθάνουμε στην αγκαλιά της πανέμορφης Αμφιλοχίας, πίνουμε καφέ και ανοίγει το μάτι μας και βουρ Ανήλιο, ο επόμενος σταθμός για φαγητό, που όμως μας απογοήτευσε κάπως (το λουκάνικο–πράσο δεν ήταν …καθόλου κακό και η γιαγιά μαγείρισσα με διαβεβαίωσε ότι δεν ήταν από τα Lidl!). Χορτασμένοι τώρα, ξανά–μανά λεωφορείο για Καλαμπάκα. Θες η ομίχλη λίγο, θες το φαγητό άλλο λίγο, έναν υπνάκο ….τον πήραμε οι πιο πολλοί.
Στην Καλαμπάκα έβρεχε και είχε ομίχλη και οι βράχοι των Μετεώρων, ίδιοι γίγαντες να στέκονται ανίκητοι και ακοίμητοι φρουροί της πόλης και του κάμπου, στην κυριολεξία αχνοφαίνονταν απόκοσμοι. Προορισμός μας ήταν εδώ το μουσείο φυσικής ιστορίας και μανιταριών. Άλλο να βλέπεις κι άλλο να σου λένε, τα πουλιά, κυρίως, αλλά και τα ζώα – «αεί ο Θεός ο Μέγας ….“ζωγραφοποιεί”» (ας μου επιτραπεί ο όρος)! Αυτά στον α’ όροφο, ενώ στον β’ εκτίθενται ομοιώματα μανιταριών, τα οποία …πλάθει και … “ζωγραφοποιεί” ο «δάσκαλος των μανιταριών», ο κ. Κ. Βασιλακόπουλος και μεγαλουργεί! Εύγε, δικέ μας, όχι μόνο για τη δημιουργία, αλλά και τη δωρεά, και πάλι εύγε!
Απολαμβάνοντας, εντός του μουσείου, καφέ και «μανιταροψώνια», στη συνέχεια αναχωρούμε, κάπως αποψιλωμένοι, αφού το δεύτερο λεωφορείο είχε τόπο διαμονής την Καλαμπάκα, αναχωρούμε για Τρίκαλα. Και, κατά τα γνωστά, εγκατάσταση στο ξενοδοχείο, λίγη ξεκούραση και είπαμε να γνωρίσουμε τα Τρίκαλα, αφού ήρθαν και οι …Καλαμπακιώτες και γίναμε …όλοι.
Αυτή η πόλη δεν έχει μόνο τρία καλά, αλλά εγώ μόνο καλά έβλεπα και θάμαζα. Δεν νομίζω να φταίει η βροχή, άλλοτε καταρρακτώδης και άλλοτε ήπια, και να μην έβλεπα καθαρά, μάλλον θεωρώ υπόπτους κάποιους δημάρχους. Την άλλη ημέρα το πρωί οι καταρράκτες του ουρανού είχαν ανοίξει, μια μελαγχολία και μια θλίψη μας επισκέφτηκαν, αλλά τις διώξαμε σύντομα και βάλαμε τα μεγάλα μέσα για καλύτερη μέρα. Και το θαύμα έγινε, στα Μετέωρα όχι μόνο δεν έβρεχε, αλλά είχε και καυτό ήλιο!
Σκαλιά ανεβήκαμε, σκαλιά κατεβήκαμε, μια μάντρα, επίσης (και γι’ αυτό υπάρχουν πειστήρια) και είδαμε και θαυμάσαμε ανθρώπινα έργα, κορωνίδες σε έργα της φύσης! Τι να πεις και τι να γράψεις; Τι να θαυμάσεις περισσότερο τη φύση ή τον άνθρωπο που όταν θέλει κι αυτός μεγαλουργεί!
Μια μελαγχολία για το τέλος, αλλά και μια πείνα μάς ήρθε και πάμε για φαγητό. Το φαγητό καλό, το σέρβις για κλάματα. Δεν φύγαμε, όμως, πριν πούμε τη νεραντζούλα και άλλα δημώδη άσματα, πριν ρίξουμε την ζεϊμπεκιά μας και τους χορούς μας, όπως πάντα, άλλωστε. Και τέλος πήραμε την άγουσα της επιστροφής.
Να είμαστε καλά και σ’ άλλα με υγεία!
Νίκη Τσάμη